Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Αλκιβιάδης

Και για να τελειώνουμε με τους Βατράχους για να παίρνουν σειρά και οι Νεφέλες, θα ήθελα να σχολιάσω και την τροπή που παίρνει η συζήτηση στο τέλος της κωμωδίας. Εκεί ο ποιητής θέτει χωρίς περιστροφές το πρόβλημα που ταλανίζει την πόλη. Και το όνομα του προβλήματος: Αλκιβιάδης. Η γοητευτική προσωπικότητα που συναρπάζει αλλά και δαιμονίζει τους Αθηναίους, ένας ηγέτης με απίθανου μεγέθους ικανότητες, που παρασύρει την πόλη, πότε στη μια και πότε στην άλλη κατεύθυνση. Πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί; Αυτό το ερώτημα τίθεται από τον Αριστοφάνη - Διόνυσο στον Ευριπίδη και τον Αισχύλο. Και οι απαντήσεις που παίρνει έχουν τη δική τους σημασία.



Η απόκριση του Ευριπίδη είναι πως μισεί αυτόν που δεν ωφελεί την πόλη αλλά προτιμά το ατομικό όφελος. Μοιάζει να τα λέει καλά, έτσι; Αυτή άλλωστε λέμε πως είναι και η στάση του Αριστοφάνη.

Ευριπίδης: μισώ πολίτην, όστις ωφελείν πάτραν βραδύς πέφυκε, μεγάλα δε βλάπτειν ταχύς, και πόριμον αυτώ, τη πόλει δ' αμήχανον.

Και πράγματι, ο Αριστοφάνης αναγνωρίζει ότι καλά αποκρίθηκε.

Διόνυσος: εύ γ'

Όμως για να δούμε την απάντηση του Αισχύλου.

Αισχύλος: ου χρη λέοντος σκύμνον εν πόλει τρέφειν, ην δ' εκτραφή τις, τοις τρόποις υπηρετείν.

Μας λέει δηλαδή κάτι πολύ βαθύτερο. Παρομοιάζει τον ηγέτη εκείνον του οποίου οι δυνάμεις είναι τόσο μεγάλες που τον καθιστούν επικίνδυνο για την πόλη με ένα λιοντάρι. Η πόλη, λέει, δεν πρέπει να τρέφει λιονταράκια για να γίνουν λιοντάρια. Αλλά άμα έγινε αυτό που δεν έπρεπε να γίνει και έχουμε το λιοντάρι, πρέπει αυτό να υπηρετήσει τους τρόπους της πόλης.

Δεν μπορεί δηλαδή η Αθήνα να ωφεληθεί από μια απομάκρυνση του Αλκιβιάδη. Πρέπει να τον χρησιμοποιήσει, αλλιώς θα χαθεί.

Μετά η κουβέντα προχωρά, και ο Ευριπίδης προτείνει μια κίνηση μη ρεαλιστική. Την επίθεση από αέρα στα πλοία των εχθρών.

Ευριπίδης: ει ναυμαχοίεν κατ' έχοντες οξίδας ραίνοιεν ες τα βλέφαρα των εναντίων.

Και συνεχίζει αμέσως με μια κίνηση πολιτικού αμοραλισμού και παραδοξολογίας:

Ευριπίδης: όταν τα νυν άπιστα πισθ' ηγώμεθα, τα δ' όντα πιστ' άπιστα.

Να αντιστρέψουμε δηλαδή το αξιακό μας σύστημα ώστε να τιμήσουμε αυτούς που θεωρούμε άχρηστους για την πόλη, ενώ να αδιαφορήσουμε για αυτούς που θεωρούμε χρήσιμους. Η λογική πίσω από αυτό είναι ότι αφού δυστυχούμε ακολουθώντας τους μεν και μη χρησιμοποιώντας τους δε, η κατάσταση θα αλλάξει και θα σωθούμε αν κάνουμε το αντίθετο.

Όταν έρχεται η σειρά του Αισχύλου, δε δίνει απλά μια γνώμη. Ερευνά πρώτα να μάθει για την πόλη. Τι κάνει με τους άξιους;

Αισχύλος: την πόλιν νυν μοι φράσον πρώτον, τίσι χρήται; πότερα τοις χρηστοίς;

Και μετά, αφού ο Διόνυσος - Αριστοφάνης απαντήσει ότι η πόλη μισεί τους άξιους, συνεχίζει:

Αισχύλος: τοις πονηροίς δ' ήδεται;

Αφού ο Διόνυσος απαντήσει πως δεν τους αγαπά ούτε αυτούς, ακούγεται το περίφημο:

Αισχύλος: πώς ουν τις αν σώσειε τοιαύτην πόλιν, ή μήτε χλαίνα μήτε σίσυρα συμφέρει;

Πώς, δηλαδή, να σώσει κανείς τέτοια πόλη, που ούτε με χοντρό ούτε με ευτελή χιτώνα ικανοποιείται; Πώς να σωθεί μια πόλη που δεν ικανοποιείται με τίποτα;

Φοβερά διεισδυτική ματιά στα αθηναϊκά πράγματα.

Και βέβαια, ο Αισχύλος έχει απάντηση.

Αισχύλος: την γην όταν νομίσωσι την των πολεμίων είναι σφετέραν, την δε σφετέραν των πολεμίων, πόρον δε τας ναυς, απορία δε τον πόρον.

Οι Αθηναίοι δηλαδή καλούνται να πολεμήσουν έχοντας στον νου τους ότι έχουν κερδίσει τη γη των εχθρών, ώστε η μελλοντική επιτυχία να τους δυναμώσει. Καλούνται να πολεμήσουν έχοντας στον νου τους ότι έχουν χάσει τη δική τους γη, από τους εχθρούς, ώστε να πολεμήσουν με όλες τους τις δυνάμεις για αυτά που έχουν να χάσουν. Καλούνται να χρησιμοποιήσουν τα πλοία σαν διέξοδο. Και να θεωρήσουν την διέξοδο της γης ως αδιέξοδο.

Ο Αισχύλος δηλαδή προτείνει έναν νυν υπέρ πάντων αγώνα, που θα γίνει με τα πλοία μιας και αυτά αποτελούν το συγκριτικό πλεονέκτημα των Αθηναίων έναντι των Σπαρτιατών. Η ξηρά θα τους οδηγήσει στην καταστροφή. Έχουν όμως την παντοκρατορία στη θάλασσα οπότε καλούνται να εκμεταλλευτούν αυτό το ατού τους.

Μετά από αυτήν την απάντηση ο Διόνυσος διαλέγει τον Αισχύλο για να επιστρέψει στον πάνω κόσμο ώστε να δώσει παραινέσεις στους Αθηναίους μέσα από την τέχνη του για να οδηγηθούν στη νίκη.

Η κωμωδία παρουσιάστηκε στο Αθηναϊκό κοινό δύο χρόνια πριν το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου και κέρδισε το πρώτο βραβείο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου