Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

Τι απογοήτευση!


Διάβασα μερικά κομμάτια από τον Μένκιο και από τον Χσουν Τσου, για τη φύση του ανθρώπου. Ήξερα πως ο ένας υποστήριζε πως ο άνθρωπος είναι καλός από τη φύση του, ενώ ο άλλος ότι είναι κακός. Πως και οι δυο είχαν επηρεαστεί από την παράδοση του Κομφούκιου. Περίμενα να βρω κάτι από τον δάσκαλο στους συνεχιστές. Μάταια όμως.

Από προηγούμενες αναρτήσεις ξέρετε πως είχα γοητευτεί από τον τρόπο του Κομφούκιου. Αυτά τα στοιχεία που με γοήτευσαν στα Ανάλεκτα δεν υπάρχουν στα κείμενα που διάβασα των δυο Κομφουκιανιστών. Ο Μένκιος χρησιμοποιεί εικόνες από τη φύση και την ανθρώπινη ζωή. Αλλά τις χρησιμοποιεί σαν απλές παρομοιώσεις. Χωρίς τον καταπληκτικό τρόπο του Κομφούκιου που μέσα από τις εικόνες αναδείκνυε μοναδικά τα σημεία της σκέψης του που είχε ανάγκη ο μαθητής του.

Ο Χσουν Τσου προτιμά τον κοινό λόγο. Αλλά έναν κοινό λόγο που λέει πράγματα που θα μπορούσε να είχε πει ο καθένας. Κατηγορεί την ανθρώπινη φύση και στα αυτιά μου ακούγεται σαν Χριστιανός θεολόγος. Η διδασκαλία περί θείας χάρης του λείπει για να περάσει για Χριστιανός. Αντιτίθεται στις διδασκαλίες του Μένκιου αλλά χωρίς να έχει λάβει υπόψη του όλα τα αντεπιχειρήματα που μπορούν να διατυπωθούν. Μπορώ εύκολα να σκεφτώ γιατί αυτά που λέει δεν πολυστέκουν και αυτό με απογοητεύει. Κανένας από τους δύο δεν έχει την πνευματικότητα του δασκάλου τους, κανένας από τους δύο δε με γοητεύει, κανένας από τους δύο δε μου προσφέρει ευχαρίστηση διαβάζοντάς τον.

Ο Κομφούκιος δε μίλησε για την ανθρώπινη φύση και για τον πνευματικό κόσμο. Ξέρουμε πως σκόπιμα απέφυγε να μιλάει για αυτά τα πράγματα. Δεν γνωρίζω ποια ήταν η άποψή του για αυτά. Προσωπικά θα ήμουν ευτυχής αν δεν είχε άποψη, αλλά υποπτεύομαι πως θα είχε ορισμένες γνώμες που θα καθόριζαν τη σκέψη του για αυτά τα ζητήματα. Ίσως αν τις ήξερα να απογοητευόμουν και από αυτόν. Το μυστήριο συντηρεί την γοητεία.

Πώς φαίνεται σε έναν άνθρωπο του εικοστού πρώτου αιώνα αυτό το debate για τη φύση του ανθρώπου; Πολύ απλοϊκό. Δυο εκ διαμέτρου αντίθετες πλευρές. Καλό - Κακό. Όλοι οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται το ίδιο. Η έννοια της ανθρώπινης φύσης αντιμετωπίζεται ως πραγματικότητα. Και φυσικά αγνοούνται όλα αυτά που μας δίδαξαν ο δαρβινισμός και οι νευροεπιστήμες για το πώς δουλεύει ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Πόσο φτωχή φαίνεται μια συζήτηση για αυτά τα φιλοσοφικά ζητήματα χωρίς τη συμβολή των φυσικών επιστημών!

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

Φρειδερίκος Νίτσε και Ηθική


Μόλις τελείωσα ένα κείμενο του μεγάλου φιλοσόφου Berkeley. Αυτός ήταν ένας επίσκοπος που έζησε γύρω στο 1700 στην Ιρλανδία και οι ιδέες του προκάλεσαν έκπληξη γιατί δίδασκε πως τα πράγματα δεν υπάρχουν παρά μόνο μέσα στο μυαλό μας. Από μικρός θυμάμαι πως μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση και μέσα μου είχα εκτίμηση για το όνομά του. Να που έφτασε ο καιρός λοιπόν να διαβάσω ένα κείμενό του για τις Αρχές της Ανθρώπινης Γνώσης, από την συλλογή φιλοσοφικών κειμένων Philosophy, The Classic Readings των Cooper και Fosl.

Το κείμενο είναι όντως εξαιρετικό. Η ιδιοφυΐα του φιλοσόφου είναι ανάγλυφη. Η ευστοχία της σκέψης του όταν μιλάει για το πως όλα αυτά που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας, όπως είναι τα χρώματα, τα σχήματα ή οι ήχοι, υπάρχουν μόνο μέσα στο μυαλό μας είναι μοναδική. Πραγματικά, με απαράμιλλο τρόπο κάνει θρύψαλα τον σχολαστικισμό που είχε τις ρίζες του σε ένα κομμάτι της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, αφού αποδεικνύει πως τα εννοιολογικά του εργαλεία στερούνται πραγματικότητας.

Για κακή του τύχη ο καλός επίσκοπος γεννήθηκε σε μια εποχή που οι νευροεπιστήμες δεν είχαν αναπτυχθεί. Με τη σκέψη του έφτασε στο σημείο που μπορούσε να φτάσει ένας άνθρωπος της εποχής του. Αμφισβήτησε το πιο διαδεδομένο κοσμοείδωλο αλλά δε σταμάτησε εκεί. Χωρίς να έχει τις γνώσεις των νευροεπιστημών και της σύγχρονης φυσικής που θα του έδιναν μια άλλη διέξοδο στη σκέψη του, δοκιμάζει να δώσει απάντηση στο πρόβλημα που ανακύπτει περί την φύση του κόσμου χρησιμοποιώντας τα εργαλεία που είχε διαθέσιμα και πέφτει σε λάθη παρόμοια με αυτά που η ιδιοφυΐα του μόλις είχε αναδείξει. Γιατί αποδέχεται άυλες και απλές ψυχές και έναν Θεό, χρησιμοποιώντας την χριστιανική θεολογία της εποχής. Και με αυτά τα εργαλεία δίνει τις απαντήσεις του, αλλά με τρόπο που τον αφήνει έκθετο σε σοβαρές αντιρρήσεις και αμφισβητήσεις. Γιατί οι λύσεις που δίνει δεν είναι τόσο στέρεες όσο οι αντιρρήσεις με τις οποίες αποδομεί την προηγούμενη από αυτόν φιλοσοφία.

Έχω ξαναγράψει πως ακολουθώ τους Σκεπτικούς. Ως Σκεπτικός λοιπόν θα έμενα στην απορία, αντί να προσπαθούσα να δώσω λύσεις εκεί που δεν υπάρχει στέρεο έδαφος. Θα κρατούσα τις αποδείξεις του για το εσφαλμένο των απόψεων που πολεμεί, αλλά δε θα προχωρούσα παραπέρα, γιατί τα εργαλεία που χρησιμοποιεί κάθε άλλο παρά αυτονόητα είναι. Θα στεκόμουν με ένα "δεν ξέρω" μπροστά στο τεράστιο πρόβλημα της φυσικής πραγματικότητας, και δε θα δεχόμουν να προχωρήσω σε εικασίες τις οποίες θα πρόβαλα ως πραγματικότητα. Ή, αν διατύπωνα εικασίες, θα έλεγα πως είναι εικασίες και δε θα τις μπέρδευα με την αντικειμενική πραγματικότητα.

Πολύ απόλυτο ακούγεται αυτό το "εγώ δε θα δεχόμουν" και το "εγώ θα στεκόμουν". Καταλαβαίνω τον γλυκό πειρασμό του μυαλού να προτείνει μια θεωρία και να την αποδεχτεί χωρίς ερωτήματα ως αλήθεια. Αναμφισβήτητα το έχω κάνει και εγώ το λάθος αυτό. Θέλει σκληρή εξάσκηση για να σκέφτεται κανείς με τον τρόπο των Σκεπτικών. Αν δεν το καταφέρνω κάποιες φορές, συγχωρήστε την αδυναμία μου.



Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τον Νίτσε. Ενώ η ιδιοφυΐα του είναι μοναδική όταν κριτικάρει τους προηγούμενους φιλοσόφους, δεν έχει τις ίδιες απαιτήσεις για αποδεδειγμένα επιχειρήματα όταν προχωρά στις εικασίες του περί της ηθικής, περί της προέλευσής της και του νοήματός της. Έτσι, εικάζει για το νόημα λέξεων όπως "ευγενής" και "καλός" χωρίς να μας πείθει με τις αποδείξεις του περί των εικασιών του. Για έναν άνθρωπο που έχει κάνει εξαιρετικά σοβαρή δουλειά, τα γραφόμενά του φαίνονται χτυπητά ανεπαρκή όταν αφορά τις νέες ιδέες που προτείνει περί του καλού και του κακού, περί της αριστοκρατίας και της πλέμπας, περί της σωστής ιεραρχίας των αξιών.

Δε λέω πως έχει άδικο. Λέω πως δεν προσφέρει απλόχερα τις τρανταχτές αποδείξεις και την πολυσέλιδη τεκμηρίωση που θα μας έπειθε για την ιστορική βάση των ισχυρισμών του. Αυτός, που κατηγορεί τους άλλους για ανιστορική φιλοσοφία, είναι παραδόξως ανιστορικός όταν έρχεται στην ιστορική ερμηνεία του για τις ρίζες και την εξέλιξη της ηθικής.

Λέει, ο Νίτσε, πως οι ευγενείς ήταν άνθρωποι σκληροί και περήφανοι, που δημιουργούσαν αξίες και στέκονταν πάνω από την πλέμπα η οποία έδωσε έμφαση στην αλληλεγγύη και την αγάπη, την ειρήνη και τη δικαιοσύνη για να καταφέρει να επιβιώσει. Λέει πως η πλέμπα κατέκτησε τον κόσμο μέσω του Χριστιανισμού. Αλλά πού βρίσκεται η τεκμηρίωση για όλους αυτούς τους ιστορικούς ισχυρισμούς; Στα βιβλία που διάβασα βρήκα μόνο εικασίες. Πουθενά δε βρήκα την αναγκαία τεκμηρίωση.

Μπορεί και να αδικώ τον Νίτσε και να έχει κάνει σοβαρότατη μελέτη στις προσωπικές του σημειώσεις ή σε κάποιο βιβλίο που δεν αγόρασα εγώ. Όμως, έτσι όπως έχουν τα έργα του που διάβασα, δε μπορώ να πω πως με πείθουν στο τόσο κρίσιμο για αυτόν κομμάτι της φιλοσοφίας του, αυτό της Ηθικής. Παραμένω λοιπόν με τους Σκεπτικούς, με την απορία και την εποχή τους.

Υ.Γ. Με έκπληξη διαπίστωσα πως είχε εξαντληθεί η Γενεαλογία της Ηθικής και το Ίδε ο Άνθρωπος από τον Παπασωτηρίου του Mall. Ελπιδοφόρο που υπάρχει κόσμος που θέλει να διαβάσει αυτά τα βιβλία! Και μην πείτε οι απαισιόδοξοι πως δεν ξέρουμε πώς θα τα χρησιμοποιήσουν και τι θα καταλάβουν αυτοί που τα αγόρασαν!

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2011

Φρειδερίκος Νίτσε εναντίον Σκεπτικών


Επειδή από αύριο ξεκινάω δουλειά και δε θα έχω τον χρόνο που απαιτείται για να ασχοληθώ με τα διάφορα blogs, για αυτό θα γράψω σήμερα την ανάρτηση για την ουσία της ενασχόλησής μου με τον Νίτσε, την αισιοδοξία του μηδενισμού του.

Συμφωνώ με τον Νίτσε στην έλλειψη νοήματος στο σύμπαν. Ακολουθώντας του αρχαίους Σκεπτικούς διατηρώ (ή τουλάχιστον πρεσβεύω) μια ουδετερότητα, μια εποχή απέναντι στα πράγματα και στις διάφορες καταστάσεις της ζωής. Ο Νίτσε, αντίθετα, αποδέχεται τη ζωή, θέλει να την γιορτάσει, την βλέπει θετικά και μας καλεί να τη ζήσουμε στο έπακρο.

Ποια είναι όμως τα επιχειρήματά του, πως ξεπερνά τον σκόπελο της έλλειψης νοήματος; Με ποιους λόγους αρνείται τον ουδέτερο μηδενισμό και αποδέχεται τον αισιόδοξο μηδενισμό; Με ενδιέφερε ιδιαίτερα αυτό το σημείο, γιατί θα προτιμούσα τον δημιουργικό, τον αισιόδοξο μηδενισμό που αποδέχεται τη ζωή από έναν μηδενισμό της ανίας, όπου τα πάντα καθίστανται βαρετά από την έλλειψη νοήματος.

Μάταια ήλπιζα να πειστώ από το έργο του Νίτσε. Από ό,τι φαίνεται δεν υπάρχει πειστικό επιχείρημα απέναντι στην έλλειψη νοήματος. Αυτό που κάνει ο Νίτσε είναι να αφήνει στην μπάντα τη λογική και να ζητά να ζήσουμε τη ζωή με όλες τις υπόλοιπες λειτουργίες του ανθρώπου χωρίς να ασχολούμαστε με την έλλειψη νοήματος. Αισθάνομαι λίγο απατημένος. Ξέχνα, σαν να μου λέει, το πρόβλημα και ζήσε σαν να μην υπάρχει. Άδραξε τη ζωή, γίνε δημιουργικός, νιώσε τη χαρά να πλημμυρίζει το σώμα σου όταν ενεργείς σύμφωνα με τα ένστικτά σου και τη φύση σου, νιώσε τη δύναμή σου, κατέκτησε τον κόσμο.

Το μόνο πρόβλημα είναι πως δεν μπορώ να ξεχάσω. Δεν μπορώ να κάνω σαν να μην υπάρχει το πρόβλημα της έλλειψης νοήματος, ένα πρόβλημα που υπάρχει μόνο για τη λογική, και δεν μπορώ να αφήσω το κομμάτι αυτό της λογικής στην άκρη ενώ τα υπόλοιπα κομμάτια του εαυτού μου θα ενεργούν σύμφωνα με τη φύση τους.

Παραμένω λοιπόν Σκεπτικός. Το τέχνασμα του μεγάλου Γερμανού δεν έπιασε στην περίπτωσή μου. Συγγνώμη Φρειδερίκε, μπορείς δικαίως να κατηγορείς τους Σκεπτικούς, δεν μπόρεσες όμως να αποδείξεις με τη λογική ότι έχουν άδικο. Στο σημείο αυτό υστερεί η φιλοσοφία σου. Πράγμα που ελάχιστα θα έπρεπε να μας εκπλήσσει, μιας και δεν υπάρχει κάτι τέλειο στον κόσμο.

Φρειδερίκος Νίτσε: η αρχή


Αυτές τις μέρες διάβασα το Πέρα από το Καλό και το Κακό, το Λυκόφως των Ειδώλων, το Αυτά είπε ο Ζαρατούστρα, το Περί Αλήθειας και Ψεύδους από Εξωηθικής Άποψης καθώς και τη Φιλοσοφία στην Τραγική Εποχή των Ελλήνων. Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή.

Είμαι στο Mall. Περιμένω την παρέα μου που αργεί υπερβολικά. Στο μεταξύ κάνω βόλτες στο Public και τον Παπασωτηρίου. Το μάτι μου πέφτει στα έργα του Γερμανού φιλόσοφου. Ξέρω ότι είναι ένας αισιόδοξος μηδενιστής. Μέχρι τώρα δεν είχα ασχοληθεί μαζί του για διάφορους λόγους. Όμως τώρα η αισιοδοξία του με γοητεύει. Θέλω να δω πώς είναι ο αισιόδοξος μηδενισμός, πώς μπορεί κανείς να αντλήσει αισιοδοξία από την έλλειψη νοήματος που χαρακτηρίζει το σύμπαν. Θέλω να δω αν μπορώ να πειστώ. Αγοράζω μερικά βιβλία και ξεκινάω την ανάγνωση.

Αρχίζω με το Πέρα από το Καλό και το Κακό. Και εκεί, στην αρχή, ο Νίτσε κερδίζει τον σεβασμό μου. Η σοβαρότητα με την οποία φιλοσοφεί, η βαθύτητα της σκέψης του, το πόσο εύστοχος είναι με κερδίζει. Αν δεν είχε γράψει τίποτα άλλο, παρά μόνο την αρχή του Πέρα από το Καλό και το Κακό, αυτό θα ήταν αρκετό για να καταταχθεί ανάμεσα στους μεγάλους φιλοσόφους της ανθρωπότητας. Γιατί εκεί θέτει το πρόβλημα της αλήθειας από μία σκοπιά εξαιρετικά πρωτότυπη. Και πάει κόντρα στους προηγούμενους φιλοσόφους, γιατί τάσσεται με την πλευρά του ψεύδους.

Ο Νίτσε διακρίνει στον κόσμο έλλειψη νοήματος. Βλέπει πως τα ανθρώπινα όντα μπλέκουν μες στα ψέματα, πως θεωρούν ψέματα ως ζωτικές αλήθειες, πως η ίδια η ζωή χρησιμοποιεί τα ψέματα για να προχωρήσει. Και επειδή εκ της πραγματικότητας το ψέμα αποκτά κρίσιμη αξία για τη ζωή, ο Νίτσε το βλέπει θετικά.

Η πρωτοτυπία στη σκέψη του έγκειται στο ότι πρώτος αυτός σκέφτεται να θέσει το ερώτημα γιατί αναζητούμε την αλήθεια και το ποια αξία έχει ή πρέπει να έχει αυτή. Συνήθως όλοι δίνουμε μεγάλη βάση στην αλήθεια, αλλά δεν έχουμε κάτσει να αναρωτηθούμε για αυτό. Γιατί το κάνουμε; Πρέπει να το κάνουμε; Όλοι θα θέλαμε να ξέρουμε την αλήθεια, οι πιο πολλοί φιλόσοφοι έχουν αναρωτηθεί για το ποια είναι η αλήθεια και προσπάθησαν να περιγράψουν την αλήθεια όπως εκείνοι νόμισαν ότι είναι, αλλά κανείς δεν κάθησε να αναρωτηθεί πριν μπει στη διαδικασία ανακάλυψης της αλήθειας.

Τι είναι αυτό που μέσα μας θέλει την αλήθεια; Από εδώ πρέπει να ξεκινήσουμε για να μην πέσουμε σε καμία παγίδα ενώ θα ψάχνουμε την αλήθεια. Ο πάντα φιλύποπτος, ο σωστός επιστήμονας, θέτει υπό σκληρή κριτική την ίδια του τη διάθεση για αναζήτηση πριν ξεκινήσει αυτήν την αναζήτηση. Και αυτό δε σκέφτηκε να το κάνει κανείς πριν τον Νίτσε. Από το γεγονός ότι αυτός λειτούργησε τόσο επιστημονικά, αναγνωρίζω πως πρόκειται για έναν φιλόσοφο ανωτάτης κλάσης, ένα σημαντικότατο πνεύμα που με κάνει να θαυμάζω τη σοβαρότητα που έχουν οι Γερμανοί για τη δουλειά τους.

Ξετυλίγοντας το κουβάρι που κρύβεται μέσα μας καθώς εξετάζουμε κριτικά τι είναι αυτό που μέσα μας θέλει την αλήθεια, γιατί δίνουμε αξία σε αυτήν και όχι στην πιθανότητα ή την αναλήθεια, ο Νίτσε νιώθει σα να στέκεται μπροστά σε μια φρικτή Σφίγγα, σαν άλλος Οιδίποδας αλλά και σα να γίνεται ο ίδιος αυτή η Σφίγγα που με επιμονή θέτει το επικίνδυνο ερώτημα στον ίδιο και στην υπόλοιπη ανθρωπότητα. Στάσου και συ, αναγνώστη, μπροστά στη Σφίγγα που μας θέτει το ερώτημα και αναρωτήσου: Γιατί θέλουμε την αλήθεια; Γιατί να θεωρούμε πως υπάρχει αξία στην αλήθεια; Μήπως υπάρχει αξία στο ψέμα; Στην αβεβαιότητα; Τι αξία υπάρχει σε αυτά; Συλλογίσου πάνω σε αυτά τα ερωτήματα, γιατί εδώ βρίσκεται το ζουμί αυτής της ανάρτησης.

Με έναν έξυπνο τρόπο ξεφεύγει διαμιάς από όλες τις σαγήνες των ιδεαλιστών και αναγνωρίζει αξία και μάλιστα ζωτική μιας και είναι απαραίτητα για την ίδια τη ζωή στο ψέμα και την άγνοια. Ξεκινώντας από την ίδια τη ζωή αρχίζει και βλέπει κριτικά τους προηγούμενους από αυτόν φιλοσόφους και χρησιμοποιεί την ψυχανάλυση για να δει πίσω από αυτά που είπαν, σε αυτά που τους οδήγησαν να μιλήσουν έτσι όπως μίλησαν. Αναγνωρίζει τη σημασία του υποσυνείδητου και του ασυνείδητου στην φιλοσοφία και προσπαθεί να τα περιλάβει στη σκέψη του θεωρώντας τις φιλοσοφικές θεωρίες των προηγούμενων φιλοσόφων την κορυφή του παγόβουνου που αποτελείται κυρίως από το ασυνείδητο και το υποσυνείδητό τους.

Ο Νίτσε είναι αρκετά θαρραλέος γιατί δέχεται να σκεφτεί εκεί που υπάρχει έλλειψη βεβαιοτήτων, δέχεται να παλέψει με τα ίσως και να φιλοσοφήσει πάνω σε αυτά που μέχρι τότε θάβονταν κάτω από το χαλί. Επαναλαμβάνω: Αν σταματούσε εδώ, αν δεν έλεγε τίποτε άλλο, πάλι θα ήταν ένας εκ των κορυφαίων διανοητών στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Στη συνέχεια του πρώτου κεφαλαίου του Πέρα από το Καλό και το Κακό ο Νίτσε ασκεί σοβαρή κριτική στους μεγάλους προκατόχους του. Η ευστοχία των ενστάσεών του είναι απαράμιλλη. Από την κριτική του δεν διαφεύγει ούτε ο τρόπος με τον οποίον πολλοί διανοητές στην εποχή του (αλλά και στην εποχή μας) αντιμετώπιζαν την Φυσική. Οι επιστημονικές θεωρίες περιγράφουν ή εξηγούν τον κόσμο; Μη μπλέκετε απλές περιγραφές με ουσιαστικές εξηγήσεις. Αναγνωρίστε τις περιγραφές σας για αυτό που είναι, λέει με σοβαρότητα ο συγγραφέας. Συνεχίστε μέχρι να βρείτε τις εξηγήσεις που το πνεύμα σας ζητάει, συμπληρώνω εγώ. Αν μπορούν να βρεθούν.

Κάπου εκεί, μέσα δηλαδή στην κριτική που ασκεί στους φιλοσόφους, διατυπώνει την αντίληψη πως οι ηθικές (ή μη) προθέσεις κάθε φιλοσόφου καθορίζουν το φιλοσοφικό του έργο. Αν θέλουμε να καταλάβουμε το γιατί ένας φιλόσοφος διατύπωσε τις θεωρίες του, πρέπει να κοιτάξουμε στο πού αυτές αποβλέπουν από ηθικής άποψης, σύμφωνα με τον Νίτσε. Εδώ μπαίνει η αρχή για αυτό που τον απασχόλησε με τόση ένταση στο έργο του: την ηθική και τη χρήση της ή την κατάχρησή της από τον άνθρωπο.