Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010

Δεκαήμερο του Βοκάκιου: Δεύτερη Μέρα


Ακούτε συχνά ορισμένους να γκρινιάζουν για την εποχή μας, πως οι νέοι σήμερα ενδιαφέρονται μόνο για τα χρήματα και το σεξ. Μη μασάτε. Και στην εποχή του Βοκάκιου ο κόσμος τα ίδια ήθελε. Μιλάμε για τον δέκατο τέταρτο αιώνα, την Αναγέννηση, που αποτελεί την αρχή των διαδικασιών που οδήγησαν στον μοντέρνο τρόπο ζωής.

Ήδη στη δεύτερη μέρα του Δεκαημέρου μπαίνει το ζήτημα της ευτυχίας και του ρόλου που παίζουν τα χρήματα στην ευτυχία του ανθρώπου. Και ναι μεν υπάρχει το ενδεχόμενο να είσαι πλούσιος και να μην είσαι ευτυχισμένος, αλλά τα πλούτη παίζουν μεγάλο ρόλο στην ευτυχία του ανθρώπου. Άλλωστε, και σήμερα αναγνωρίζουμε πως καλύτερα να είσαι πλούσιος και υγιής, παρά φτωχός και άρρωστος...

Με τα χρήματα μπορείς να έχεις ανέσεις, να απολαμβάνεις πράγματα που επιθυμείς, να έχεις τον σεβασμό των άλλων και να βοηθάς αυτούς που το αξίζουν. Μην περιμένετε φιλοσοφίες για αποκόλληση από τα υλικά αγαθά όπως έκαναν οι κυνικοί ή οι βουδιστές. Εδώ μιλάμε για αποδοχή του κόσμου και των ανέσεων, για απόλαυση της ζωής και για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης.

Η οικουμενική ηθική που γέννησε η φτώχεια ενός Διογένη, εδώ δίνει τη θέση της σε μια ηθική των τάξεων, με τους πλούσιους να αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον με τον απαραίτητο σεβασμό, αλλά να μην αντιμετωπίζουν ως ίσους τους φτωχούς. Βλέπουμε δηλαδή και την αποδοχή μιας κατάστασης που δημιούργησε πολύ πόνο στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Και φυσικά δε φτάνουν μόνο τα λεφτά για να χαρεί κανείς τη ζωή. Χρειάζεται και ο έρωτας, ένας έρωτας που δε σχετίζεται με μονογαμικές φαντασιώσεις ορισμένων ιδεαλιστών, αλλά ανανεώνεται διαρκώς και στρέφεται σε διαφορετικά πρόσωπα. Και ο έρωτας δεν μπορεί να είναι πλήρης χωρίς το σεξ, το οποίο σεξ όμως μπορεί να υπάρχει και χωρίς τον έρωτα.

Σας θυμίζει κάτι αυτή η περιγραφή; Και όμως, μιλάμε για τον δέκατο τέταρτο αιώνα. Είδατε πόσο όμοιες είναι οι νοοτροπίες;

Και φυσικά δεν είναι μόνο οι άνδρες που απολαμβάνουν τον έρωτα και την σεξουαλικότητα. Και οι γυναίκες εκφράζουν ανάλογες επιθυμίες αν και αυτές πρέπει να υπακούσουν και σε κάποια αυστηρά πρότυπα συμπεριφοράς. Πέρα όμως από τις κοινωνικές απαιτήσεις και τη δημόσια ντροπή, στις ιστορίες της δεύτερης ημέρας αποκαλύπτονται γυναίκες που περνάνε καλά και διασκεδάζουν με το σεξ και τον έρωτα.

Κεντρικός λοιπόν ο ρόλος των χρημάτων και του σεξ για τη ζωή του ανθρώπου σε ένα από τα σημαντικά έργα της Αναγέννησης. Δεν αμφιβάλλω ότι παρόμοιες σκέψεις θα δούμε και αλλού, αν και οφείλω να σημειώσω πως υπήρξαν φιλοσοφίες και θρησκείες που πολέμησαν και το σεξ και τον πλούτο ως στόχο που οδηγεί στην ευτυχία του ανθρώπου. Όμως η κοινωνία του Βοκάκιου δεν ανήκε σε αυτήν την κατηγορία.

Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Κοίτα ποιος μιλάει!


Στο δέκατο τέταρτο κεφάλαιο των Αναλέκτων βρίσκεται μια στιχομυθία μεταξύ ενός μαθητή του Κομφούκιου και ενός φύλακα σε μια πύλη, που κάποιοι σχολιαστές λένε πως ήταν Ταοϊστής. Ρωτά λοιπόν ο φύλακας από πού έρχεται ο ταξιδιώτης και όταν αυτός απαντά πως έρχεται από τον Κομφούκιο, ο φύλακας αποκρίνεται: "Δεν είναι αυτός που αν και ξέρει πως δε γίνεται, ωστόσο επιμένει;"

Αν πραγματικά πρόκειται για Ταοϊστή ερημίτη, η απόκρισή του έχει πλάκα, γιατί τουλάχιστον ο Κομφούκιος έφτιαξε ολόκληρη σχολή και δίδασκε τους μαθητές του και τους οδηγούσε στη μελέτη των αρχαίων, ενώ ο Ταοϊσμός ήταν λιγότερο σαφής και περισσότερο ποιητικός από τον Κομφουκιανισμό, επομένως και πιο δύσκολο να κατανοηθεί και να γίνει πράξη!

Η αλήθεια είναι πως η Κίνα επηρεάστηκε βαθιά από τα τρία μεγάλα πνευματικά ρεύματα της Ανατολής, τον Κομφουκιανισμό, τον Ταοϊσμό και τον Βουδισμό, όπως επίσης και από τις ανιμιστικές θρησκείες του παρελθόντος και φυσικά, στον εικοστό αιώνα, από τον Κομμουνισμό. Ειδικά όμως για την τριάδα του Κομφουκιανισμού, του Ταοϊσμού και του Βουδισμού, έχουμε να πούμε πως υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία και δάνεια μεταξύ τους και μάλιστα οι διδασκαλίες ενσωματώθηκαν στην Κίνα σε τέτοιο βαθμό που οι αρχαίοι έλεγαν πως οι τρεις θρησκείες είναι μία. Άλλωστε υπάρχει και σχετικός θρύλος με τον Λάο Τσε να γίνεται δάσκαλος του Βούδα, ή να είναι ο ίδιος ο Βούδας, όταν έφυγε από την Κίνα και πήγε δυτικότερα.

Από αυτά που διάβασα στα Ανάλεκτα και το Τάο Τε Τσινγκ, και ο Κομφουκιανισμός και ο Ταοϊσμός μιλάνε για την Οδό, και στους δυο σημαντικό ρόλο παίζει ο Ουρανός, και οι δυο δίνουν έμφαση στην αρετή και την ορθή διακυβέρνηση προς όφελος του λαού, οπότε έχουν ένα κοινό έδαφος για να συνομιλήσουν. Αυτό ακριβώς δείχνει και ο πίνακας παραπάνω. Τρεις σοφοί, ένας Κομφουκιανιστής, ένας Βουδιστής και ένας Ταοϊστής κουβεντιάζουν μεταξύ τους και είναι τόσο απορροφημένοι στη συζήτηση που δεν είδαν ότι πέρασαν ανάμεσα από τίγρεις. Όταν πέρασαν τον ποταμό και κοίταξαν πίσω και είδαν τις τίγρεις και συνειδητοποίησαν τι είχε συμβεί, έβαλαν τα γέλια.

Βέβαια υπάρχουν και διαφορές. Ο Κομφούκιος ασχολήθηκε περισσότερο με τη σωστή διακυβέρνηση ενώ ο Λάο Τσε (αν πραγματικά υπήρξε!) έδωσε έμφαση στην πνευματικότητα της Οδού αλλά ήταν λιγότερο σαφής από τον Κομφούκιο ως προς τη διδασκαλία του. Αξίζει όμως να σημειωθεί πως ασάφεια υπάρχει και στους δυο. Από ό,τι φαίνεται η ασάφεια εξυπηρετούσε έναν σκοπό: έβαζε τον μαθητή να σκεφτεί το ζήτημα μόνος του και αν είναι αρκετά ικανός να καταλήξει στα σωστά συμπεράσματα. Έδιναν ιδιαίτερο βάρος οι δυο διδάσκαλοι στην προσωπική ικανότητα του μαθητή, στη μελέτη και την αφομοίωση της διδασκαλίας. Χρησιμοποίησαν έτσι σκόπιμα ασαφή ή ελλειπτικό λόγο, για να παροτρύνουν τον μαθητή να σκεφτεί μόνος του.

Νομίζω όμως πως ειδικά στον Λάο Τσε η ασάφεια έχει και άλλη μια αιτία. Είναι εύκολο να χρησιμοποιήσεις ποιητική γλώσσα για να περιγράψεις μια πραγματικότητα που διαισθάνεσαι, ή, που, εν πάση περιπτώσει θέλεις να υπάρχει, αλλά όταν είναι να δώσεις λογικές και σαφείς εξηγήσεις πρέπει να μπορείς να τεκμηριώσεις αυτά που έχεις στο μυαλό σου και αυτό απαιτεί μια αντικειμενικότητα η οποία είναι δύσκολο να επιτευχθεί, ειδικά στο επίπεδο της πνευματικότητας. Έτσι δίνεται προβάδισμα στην ποιητική γλώσσα και η διαλεκτική αποφεύγεται. Προσωπικά προτιμώ την ασφάλεια της διαλεκτικής από την ασάφεια της ποίησης στη φιλοσοφία. Από την άλλη, η ποίηση δίνει δυνατότητα για πολλές ερμηνείες και για πολλές σχολές σκέψης πάνω στο ίδιο κείμενο, επομένως η ασάφεια μπορεί να βοηθήσει ώστε να γεννηθούν πολλές διαφορετικές φιλοσοφίες που εξυπηρετούν διαφορετικούς σκοπούς και άρα είναι αρκετά ευέλικτη.

Κλείνοντας θα ήθελα να σημειώσω μια διαφορά μεταξύ του Λάο Τσε που διάλεξε τη ζωή του ερημίτη και φιλοσόφων όπως ο Πλάτωνας που προσπάθησαν να πείσουν και να διαφωτίσουν με τη σκέψη τους. Ο Λάο Τσε σημειώνει πως "αρχικά όσοι γνώριζαν το τάο δεν προσπαθούσαν να φωτίσουν τους άλλους, αλλά τους κρατούσαν στο σκοτάδι", επειδή ακριβώς αποκτούσαν γνώση του αβίαστου τρόπου με τον οποίον -για τον Λάο Τσε- λειτουργεί η φύση και επομένως περίμεναν πως τα πράγματα θα έπαιρναν τον φυσικό τους δρόμο από μόνα τους, χωρίς παρεμβάσεις και χωρίς διαφωνίες και συζητήσεις που περιελάμβαναν επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα τα οποία μπορεί να μην έφταναν στην αλήθεια. Αντίθετα, είναι γνωστός ο μύθος του Πλάτωνα για τον σοφό που ανακαλύπτει τον κόσμο βγαίνοντας από την σπηλιά στην οποία ήταν κλεισμένος και όπου έβλεπε μόνο σκιές και ο οποίος γυρνάει πίσω για να δείξει και στους άλλους τον κόσμο και να τους βγάλει από τις ψευδαισθήσεις του, μια οδό που κατεξοχήν ακολούθησε ο Διαφωτισμός.

Δευτέρα 7 Ιουνίου 2010

Τάο Τε Τσινγκ


Το Τάο Τε Τσινγκ είναι ένα κείμενο που κατέχει κεντρική θέση στον Ταοϊσμό. Γράφτηκε από τον Λάο Τσε, που έζησε τον έκτο αιώνα προ Χριστού, την ίδια περίπου εποχή με τον Κομφούκιο.

Η διοίκηση ενός κράτους απασχολεί και τον Λάο Τσε, αν και χωρίς να καταπιάνεται με αυτό το ζήτημα σε τέτοιο βαθμό όπως ο Κομφούκιος. Όπως και ο Κομφούκιος ασχολείται και αυτός με το πώς πρέπει να ζει ένας άνθρωπος, αλλά ξεκινάει από μια ιδιαίτερη πνευματικότητα η οποία τον οδηγεί σε διαφορετικά συμπεράσματα.

Ο Λάο Τσε ξεκινά τη φιλοσοφία του από τις παρατηρήσεις του για τον κόσμο. Βλέπει τον κόσμο με τα μάτια ενός ανθρώπου του έκτου προ Χριστού αιώνα και εντυπωσιάζεται από την απλότητα και τη σταθερότητα της φύσης. Έτσι, φτάνει στο σημείο να θεωρήσει πως η απλότητα είναι το κλειδί για την φιλόσοφο ζωή, μια απλότητα που αγκαλιάζει τα αντίθετα ζεύγη με τα οποία είναι γεμάτα η ζωή.

Στην προσπάθειά του για απλότητα δεν έχουν θέση η λογική και τα επιχειρήματα, στοιχεία δηλαδή που μέσα από τον ορθό λόγο των αρχαίων Ελλήνων αποτελούν τον αφετηριακό πυρήνα της σύγχρονης Δύσης. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται η αδυναμία του Ταοϊσμού έναντι του Δυτικού Πολιτισμού. Γιατί με τη δύναμη του ορθού λόγου και της ανάλυσης έχουμε φτάσει να γνωρίσουμε τους τρόπους με τους οποίους λειτουργεί η φύση και διαπιστώνουμε πως η κοσμολογία του Λάο Τσε είναι λανθασμένη. Ούτε η Γη, ούτε ο Ουρανός είναι έτσι όπως εκείνος νόμιζε και αυτό έχει τις επιπτώσεις του και σε αυτή τη θρησκεία.

Με βάση τον δικό του τρόπο κατανόησης της φύσης, ο Λάο Τσε προτείνει μια ορισμένη αντιμετώπιση των πραγμάτων. Ο ηγεμόνας πρέπει να εξουσιάζει χωρίς να ασκεί βία αλλά ούτε και να βάζει κανόνες. Ο πολεμιστής πρέπει να πολεμά χωρίς να επιτίθεται. Ο άνθρωπος πρέπει να δημιουργεί χωρίς να ενεργεί. Ένα κράτος πρέπει να νικά ενδίδοντας στο αντίπαλο κράτος. Οι τύποι, οι τελετές, τα επιχειρήματα, όλα αυτά έχουν θέση σε κράτη στα οποία οι άνθρωποι είναι πονηροί. Όταν ζεις με απλότητα και αρετή όλα αυτά δεν τα έχεις ανάγκη σύμφωνα με τον Λάο Τσε.

Δεν είναι τυχαίο που ο Λάο Τσε, όπως και ο Κομφούκιος, πέθανε απογοητευμένος από τους ανθρώπους. Πού να βρεις ανθρώπους σύμφωνα με αυτές τις προδιαγραφές; Η παράδοση λέει πως καθώς έφευγε για να πεθάνει στην άγρια φύση, μακρυά από τον πολιτισμό, ένας φύλακας που κατάλαβε ότι πρόκειται για σημαντικό φιλόσοφο του ζήτησε να καταγράψει τη φιλοσοφία του. Έτσι γράφτηκε το Τάο Τε Τσινγκ.

Σάββατο 5 Ιουνίου 2010

Δεκαήμερο του Βοκάκιου: Πρώτη Μέρα



Το σημαντικό αυτό κείμενο του Ευρωπαϊκού πολιτισμού ξεκινάει με την περιγραφή της επιδημίας πανώλης στην Φλωρεντία το 1348. Δεν έχει νόημα να περιγράψω την τραγικότητα της κατάστασης. Οι ήρωες του κειμένου αποφασίζουν να φύγουν στα περίχωρα της πόλης και να διασκεδάσουν, ξεχνώντας τον πόνο και το πένθος που έχει φέρει ο μεγάλος λοιμός.

Αυτό που εμένα μου φάνηκε σοκαριστικό δεν είναι πως θέλουν να φύγουν. Αλλά πως δε φεύγουν για να ξεφύγουν από τον θάνατο, αλλά για να ξεφύγουν από τον πόνο. Σκοπός τους δηλαδή δεν είναι να προσπαθήσουν να προστατεύσουν τη ζωή τους, αλλά να διασκεδάσουν, ενώ γύρω τους επικρατεί ο θάνατος ο οποίος απειλεί και τους ίδιους.

Εγώ, αν είχα την οικονομική δυνατότητα που εκείνοι φαίνεται να έχουν, θα δοκίμαζα να φύγω μακρυά, για να ξαναστήσω μια ζωή κανονική, μια ζωή με νέες χαρές αλλά και νέες λύπες, χαρές και λύπες που θα έρχονταν φυσιολογικά στον νέο τόπο διαμονής, και όχι να ξεχάσω τις λύπες εν μέσω της καταστροφής.

Βέβαια, δεν είναι σίγουρο ότι υπήρχε και κάπου να πάνε ώστε να αποφύγουν την καταστροφή. Η βουβωνική πανώλη είχε ξεκινήσει από την Ανατολή και είχε φτάσει στη Δύση. Αν λοιπόν ολόκληρος ο κόσμος μαστιζόταν από τον λοιμό τότε δε θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να ξεφύγουν από την καταστροφή. Και έπρεπε να αποφασίσουν πώς θα περάσουν τη ζωή τους ενώ κινδύνευαν να χαθούν.

Φεύγουν λοιπόν σε μια πολυτελή οικία στα περίχωρα και αρχίζουν να περνούν τον καιρό τους ξέγνοιαστα. Για να διασκεδάσουν, αρχίζουν να λένε ιστορίες. Οι σύντομες αυτές ιστορίες αποτελούν το κύριο μέρος του έργου. Σε αυτές τις αναρτήσεις δε θα κάνω περίληψη των ιστοριών, αλλά θα μιλήσω για πράγματα που μου έκαναν εντύπωση από αυτές.

Την πρώτη μέρα λοιπόν, με τις ιστορίες τους ουσιαστικά εκφράζουν τη διαφωνία τους με βασικές αρχές του Μεσαίωνα όπως είναι η θρησκευτικότητα και η ιεραρχία και μιλούν ως άνθρωποι που εμφορούνται από ένα νέο πνεύμα, ένα πνεύμα που δεν έχει σχέση με τον Μεσαίωνα, τον οποίον κατηγορούν για σκοταδισμό.

Βέβαια, όλα αυτά τα κάνουν με εκλεπτυσμένο τρόπο και κρατώντας τα προσχήματα, αλλά η αλήθεια δεν παύει να είναι αυτή. Έτσι, ενώ ισχυρίζονται πως μιλούν προς δόξαν Θεού σε ανύποπτο χρόνο δηλώνουν πως οι ιστορίες είναι διασκεδαστικές. Μάλιστα, η κριτική που ασκούν είναι τόσο σκληρή που θυμίζει έναν Σαντ, αν και η προοπτική είναι διαφορετική. Όπως και να έχει μπαίνουν οι ρίζες για την μετέπειτα εξέλιξη του Ευρωπαϊκού πνεύματος.

Έχουν ξεπεράσει τα μεσαιωνικά ταμπού για τον Χριστιανικό Θεό, τις επιταγές του και τους ιερείς του αλλά δεν περιορίζονται σε μια κοροϊδία των παλιών αξιών. Πέρα από καταδίκη του παλιού, προχωρούν και σε κτίσιμο του νέου. Προβάλλουν νέες αξίες, όπως είναι η γενναιοδωρία και η ευστροφία, και μιλούν για μια νέα ηθική η οποία αντικαθιστά την παλιά ηθική του Δυτικού Μεσαίωνα.

Όχι και άσχημα για πρώτη μέρα. Απόρριψη της παλιάς ηθικής και νοοτροπίας και προβολή μιας νέας ηθικής που αρμόζει στην εποχή και το πνεύμα τους. Μιλάμε για την αρχή της Αναγέννησης και την δημιουργία ενός Νέου Πολιτισμού που άσκησε τεράστια επιρροή μέσα στους αιώνες που ακολούθησαν.

Τρίτη 1 Ιουνίου 2010

Εντυπώσεις από τα Ανάλεκτα του Κομφούκιου (4)


Πέρα από μεγάλος σοφός, ο Κομφούκιος είναι και ευαίσθητος άνθρωπος. Η ανθρωπιά του φαίνεται στη μεγάλη σημασία που δίνει στο πένθος και στον σεβασμό με τον οποίο αντιμετωπίζει το πένθος των άλλων. Θεωρεί πως είναι φυσιολογικό το πένθος να κρατάει καιρό και πως όταν ο άνθρωπος πενθεί ειλικρινά, δεν έχουν θέση τα όρια που βάζουν τα τελετουργικά.

Το γνήσιο πένθος είναι υπεράνω όλων των τυπικών και των κανόνων και ο Κομφούκιος το ξέρει αυτό και από προσωπική εμπειρία. Άλλωστε, είχε την ατυχία να χάσει πολλά αγαπημένα του πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και ο καλύτερός του μαθητής, ο Χούι, τον οποίον ο Κομφούκιος πένθησε σαν πραγματικό του γιο.

Ως διδάσκαλος, η ευαισθησία του φαίνεται στον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίζει τους μαθητές του. Δεν απαντά στα ερωτήματά τους με απαντήσεις που φέρουν καθολική ισχύ, αλλά προσαρμόζει τις απαντήσεις του ανάλογα με τον χαρακτήρα και τις προϋποθέσεις αυτού που ρωτάει. Έτσι, για την ίδια ακριβώς ερώτηση μπορεί να δώσει εκ διαμέτρου αντίθετες απαντήσεις, επειδή οι άνθρωποι που τον ρώτησαν ήταν εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους.

Αυτό φυσικά προϋποθέτει οξύτατη αντιληπτική ικανότητα από τη μεριά του. Και πραγματικά, ο Κομφούκιος βλέπει πέρα από τα φαινόμενα, καταλαβαίνει τα βαθύτερα κίνητρα των ανθρώπων που βρίσκονται κοντά του, γίνεται καρδιογνώστης και αυτό δείχνει πόσο ασυνήθιστα μεγάλος ήταν.