Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014

Ηρακλείδες, Ευριπίδη

Το πρώτο μισό του έργου βαρύ, με την αγωνία για το αν θα πετύχει ο κήρυκας των Μυκηναίων τον σκοπό του και τη θυσία της Μακαρίας. Το δεύτερο μισό πιο ελαφρύ, με την απόφαση του Ιόλαου να πολεμήσει αν και γέρος. Σε όλο το έργο προτάσσεται η ελευθερία των Αθηναίων, δηλαδή η αυτοδιοίκηση και ανεξαρτησία της Αθήνας, η δύναμη των Μυκηνών, το δίκαιο, το άδικο και το συμφέρον.

τῇ δὲ νῦν τύχῃ
βροτοῖς ἅπασι λαμπρὰ κηρύσσει μαθεῖν,
865τὸν εὐτυχεῖν δοκοῦντα μὴ ζηλοῦν πρὶν ἂν
θανόντ᾽ ἴδῃ τις: ὡς ἐφήμεροι τύχαι.

Μηδένα προ του τέλους μακάριζε.

ἔστιν δ᾽ ἐν ὄλβῳ καὶ τόδ᾽ οὐκ ὀρθῶς ἔχον,
εὐψυχίας δόκησις: οἰόμεσθα γὰρ
τὸν εὐτυχοῦντα πάντ᾽ ἐπίστασθαι καλῶς. 
Κάποιος που ευτυχεί δεν ξέρει απαραίτητα και τον τρόπο για να το πετυχαίνει κανείς αυτο. Η τύχη παίζει πολλές φορές ρόλο. Ας το έχουμε υπόψη μας όταν νομίζουμε πως ένας επιτυχημένος στη ζωή του έχει και τις απαντήσεις για το πώς έρχεται η επιτυχία.

Ναι, πολλά γεννλαει η Μοίρα
η εκτελέστρα του παντός,
κι ο Καιρός, του Χρόνου ο γιος 

Άλκηστις, Ευριπίδη


Εγώ και με την ποίηση και τη φιλοσοφία
στα υπερκόσμια πέταξα και έχω πολλά ξετάσει
ζητήματα, αλλ' ανίκητο δε βρήκα τίποτ' άλλο
σαν την Ανάγκη...
...Και μόνον στης θεάς αυτής δε μπόρεσε κανένας
να πλησιάσει τους βωμούς, μηδέ και στο είδωλό της·
κουφή είναι στις θυσίες...

Ο τραγικός πυρήνας του σύμπαντος. Ο άνθρωπος αναγνωρίζει τον χαρακτήρα του κόσμου. Το σύμπαν είναι κουφό στις ικεσίες του ανθρώπου. Υπάρχει χωρίς να τον υπολογίζει.

Ο Άδμητος είναι απαρηγόρητος για τον χαμό της γυναίκας του. Η Άλκηστη δέχτηκε να δώσει τη ζωή της για να ζήσει αυτός. Τον αγαπούσε υπερβολικά.

Ο πατέρας του Άδμητου, ο Φέρης, εκφράζει την αγάπη του ανθρώπου για τη ζωή.

Ποθείς το φως· θαρρείς κι εγώ δεν το ποθώ;
Του Κάτω Κόσμου λογαριάζω πάμπολλα
τα χρόνια, τη ζωή όμως λίγη, αλλά γλυκειά.

Και ο Ηρακλής, όσο δεν ξέρει τον θάνατο της Άλκηστης, συνεχίζει:

Ξέρεις πώς είναι των θνητών τα πράγματα;
Θαρρώ δεν ξέρεις. Πούθε; Για άκουμε λοιπόν;
Όλοι οι άνθρωποι θα πεθάνουν μια φορά.
και δεν υπάρχει καν κανείς απ' τους θνητούς
να καλοξέρει αν θα αποζήσει ως αύριο.
Τα πράματα της τύχης είν' αγνώριστα,
δεν πιάνονται με τέχνη, δε διδάσκονται.
Αυτά λοιπόν σαν τάκουσες και τάμαθες,
ευφραίνου, πίνε, της ημέρας τη ζωή
λογάριαζε δικιά σου, τάλλα τυχερά. Τίμα και τη γλυκύτατη από τις θεές,
την Αφροδίτη, πούναι θεά καλόβουλη.
Τάλλ΄άφησε τα κι άκουσε τα λόγια μου
σωστά αν τα βρίσκεις, και θαρρώ νάναι σωστά.

Τι παραπάνω λέει με όλη τη σοφία του ένας Εκκλησιαστής; Όχι μόνο δε λέει κάτι παραπάνω, αλλά λέει κάτι λιγότερο, διότι ο Ηρακλής προσθέτει και την λατρεία της Αφροδίτης στο "ὅτι οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν τῷ ἀνθρώπῳ ὑπὸ τὸν ἥλιον, ὅτι εἰ μὴ φαγεῖν καὶ τοῦ πιεῖν καὶ τοῦ εὐφρανθῆναι" του βασιλιά Σολομώντα. Αντίθετα, το μόνο που έχει να πει ο Εκκλησιαστής για τις γυναίκες είναι ότι έναν άντρα της προκοπής μπορείς να βρεις στους χίλιους, αλλά μία γυναίκα της προκοπής δε θα βρεις. Ευτυχώς που υπάρχει και το Άσμα Ασμάτων και σώζει την κατάσταση για την Παλαιά Διαθήκη.

Ανάγκη, κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων, τύχη. Πάνω σε αυτόν τον καμβά φανερώνεται ο έρωτας της Άλκηστης για τον άντρα της, η αγάπη της για τα παιδιά της, η αγάπη του Άδμητου για τη γυναίκα του, η απόφαση των γονιών του Άδμητου να μη θυσιαστούν για εκείνον, η φιλοξενία ως αξία αλλά και ως δώρο, το χρέος των γονιών προς τα παιδιά, το βάρος αλλά και το δώρο του γήρατος, η ορφάνια, η χηρεία, και η ζωή που προχωράει αφού χαθεί κάποιος.

Πιστός στην χρήση του από μηχανής θεού, ο Ευριπίδης βάζει τον Ηρακλή να παίξει με έμμεσο τρόπο τον ρόλο αυτόν.

Τι μένει; Η αγάπη του ζευγαριού, η χαρά στη ζωή, η έχθρα του θανάτου.

ΥΓ 1: Και πάλι η αίσθηση του μέτρου: Και άλλοι έχουν χάσει γυναίκα, μην το παίρνεις κατάκαρδα, λέει ο Χορός στον βασιλιά.

ΥΓ 2: 3 μέρες χρειάζεται για να ολοκληρωθεί η... ανάσταση της Άλκηστης.

Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

Ιππόλυτος, Ευριπίδη


ἔνεστι γὰρ δὴ κἀν θεῶν γένει τόδε:
τιμώμενοι χαίρουσιν ἀνθρώπων ὕπο.

Η έννοια της ύβρεως αλλοιώνεται στον Ευριπίδη. Ναι μεν την περιέχει στο έργο του, αλλά ο τόνος έχει αλλάξει σε σχέση για παράδειγμα με τον Σοφοκλή. Η ιστορία εξελίσσεται γύρω από τον ψυχολογικό κόσμο των ανθρώπων, ενώ οι θεοί ως μεγέθη μικραίνουνε στα μάτια μας, αφού εμφανίζονται απλώς να θέλουν να λατρεύονται από τους θνητούς. Γιατί ο Ιππόλυτος διαπράττει ύβριν; Επειδή δεν τιμά την θεά Αφροδίτη. Και γιατί είναι ύβρις να μην τιμάς τη θεά; Επειδή οι θεοί το 'χουν αυτό, να θέλουν να λατρεύονται από τους ανθρώπους, μας λέει ο Ευριπίδης. Για τον Σοφοκλή όμως η ύβρις έγκειται στο ότι ο ήρωας δεν ξέρει τη θέση του, δεν καταλαβαίνει τα όριά του, ξεπερνά το μέτρο.

Στη συνέχεια ο ποιητής καταπιάνεται πάλι με διάφορα ζητήματα· την αρρώστια, την φροντίδα του αρρώστου, την τρέλα. "Ο νους μου σαν ξανάρχεται με θλίβει· κι η τρέλα είναι κακό, καλύτερ' όμως κανένας να χαθεί χωρίς να ξέρει". Και βέβαια, όπως και στην Ανδρομαχη, το θέμα του έρωτα και του πάθους. Εδώ, μέσα από την παραμάνα της Φαίδρας, ο Ευριπίδης ισχυρίζεται ότι το μεγάλο πάθος δεν είναι καλό· οι άνθρωποι είναι τυχεροί όταν κάνουν σχέσεις με ένταση τέτοια ώστε να μπορεί να λυθούν ή να συσφιχτούν εύκολα. Είναι βαρύ μια καρδιά να πονάει. Η αγάπη δεν πρέπει να φτάνει μέχρι τα βάθη της καρδιάς. Ειρωνικό να το λέει αυτό ο ποιητής που βάζει τη λύπη μέχρι τα βάθη της καρδιάς.

Πάλι τίθεται για μένα θέμα μέτρου vs μετρίου. Μία μεγάλης έντασης αγάπη υπερβαίνει το μέτρο; Ποια είναι τα κριτήρια για να βρίσκεται κάτι εντός μέτρου;

πολλὰ διδάσκει μ᾽ ὁ πολὺς βίοτος:
χρῆν γὰρ μετρίας εἰς ἀλλήλους
φιλίας θνητοὺς ἀνακίρνασθαι
καὶ μὴ πρὸς ἄκρον μυελὸν ψυχῆς,
εὔλυτα δ᾽ εἶναι στέργηθρα φρενῶν
ἀπό τ᾽ ὤσασθαι καὶ ξυντεῖναι.
τὸ δ᾽ ὑπὲρ δισσῶν μίαν ὠδίνειν
ψυχὴν χαλεπὸν βάρος

Το πρώτο επεισόδιο τελειώνει με σκέψεις περί έρωτος και σωφροσύνης. Η Φαίδρα λέει ότι οι άνθρωποι δεν κάνουν πάντα το καλό είτε από αμέλεια είτε γιατί προτιμάμε τα ευχάριστα αντί των καλών. Η παραμάνα αποκρίνεται: "Κι ας μην ψιλοεξετάζουν τη ζωή οι θνητοί. Τέλειο το χαμόσπιτο δε γίνεται." Πολύ θεατρική η συγκεκριμένη απόδοση. Καταπληκτική φράση. Ας προχωρήσουμε όμως. Η Φαίδρα αυτοκτονεί και ο Χορός λέει στον Θησέα: "Δεν είσαι ο πρώτος, βασιλιά, στα πάθια αυτά. Έχασες ταίρι ευγενικό μ' άλλους πολλούς". Αυτή η ιδέα, ότι δηλαδή ότι ένα μεγάλο κακό έχει συμβεί και σε πολλούς άλλους και άρα δεν πρέπει να το παίρνει κατάκαρδα αυτός που το παθαίνει, επανέρχεται συχνά στο έργο του Ευριπίδη.

"Αυτοί που είναι ασήμαντοι μες στους σοφούς, στον όχλο πιο αρεστά ομιλούν." Με αυτή και με πολλές παρόμοιες φράσεις ο Ευριπίδης απευθύνεται στον αθηναϊκό λαό και προειδοποιεί για τους δημαγωγούς και σε αυτή του την τραγωδία. Η πολιτική διάσταση του να απευθύνεσαι στο κοινό της πόλης υπάρχει σε όλα τα ποιητικά έργα των τραγικών.

Στον αναγνώστη που θα βρεθεί τυχαία στο blog αυτό να ζητήσω συγγνώμη, γιατί, ανάλογα με τον χρόνο που έχω διαθέσιμο και την όρεξή μου, δε φροντίζω ώστε οι αναρτήσεις αυτές να είναι πλήρεις και να απευθύνονται σε όλους. Πρωταρχικός τους ρόλος είναι να αποτελούν σημειώσεις για μένα.

That said...

Στο τρίτο στάσιμο δηλώνεται πάλι η αστάθεια των ανθρώπινων. Μέσα σε αυτό το στάσιμο ο χορός εκφράζει και μια ιδέα επικούρεια:

ῥᾴδια δ᾽ ἤθεα τὸν αὔριον μεταβαλλομένα χρόνον αἰεὶ
βίον συνευτυχοίην.

Θέλω συνήθειες εύκολες, ώστε, κι αν καταντήσω, σε τύχη αλλιώτικη αύριο, πάντα καλά να ζήσω. Το ίδιο δεν έλεγε και ο Επίκουρος εκατό χρόνια αργότερα; Επειδή δεν ξέρουμε πώς θα τα φέρει η ζωή, θωρακιζόμαστε από τα δεινά αν συνηθίσουμε στα λίγα, αν έχουμε συνήθειες που ικανοποιούνται εύκολα, ώστε να μη μας λείψουν τα πολλά αν τα χάσουμε. Ευριπίδης: Επίκουρος πριν τον Επίκουρο.

Μετά την καταστροφή του Ιππόλυτου, πάλι εμφανίζεται από μηχανής θεά η Άρτεμης για να μιλήσει για τον ευσεβή νέο και να δικαιολογηθεί λέγοντας ότι "στους θεούς νόμος είναι: κανείς να μην αντισταθεί στο θέλημα άλλου θεού και πάντ' απέχουμε." Η έννοια της ύβρεως υποσκάπτεται. Ο Ιππόλυτος είναι σώφρων αλλά πάσχει. Δε λέω ότι δεν είναι η έλλειψη σεβασμού προς την Αφροδίτη ύβρις. Λέω ότι ο Ευριπίδης δεν το χειρίζεται με τρόπο τέτοιο ώστε να δείχνει πειστικά ότι αυτή η ύβρις είναι ο λόγος για τα παθήματα του νεαρού Ιππόλυτου. Η ιστορία δίνει πάτημα για να φτιαχτεί μια τραγωδία στην οποία η ύβρις να έχει πρωτεύοντα ρόλο. Όμως ο ποιητής επιλέγει με το έργο αυτό να υποβιβάσει τον ρόλο της ύβρεως και να τονίσει την αστάθεια των ανθρώπινων πραγμάτων και τη δύναμη του ερωτικού πάθους.

Παρασκευή 25 Ιουλίου 2014

Ανδρομάχη, Ευριπίδη


χρὴ δ᾽ οὔποτ᾽ εἰπεῖν οὐδέν᾽ ὄλβιον βροτῶν,
πρὶν ἂν θανόντος τὴν τελευταίαν ἴδῃς
ὅπως περάσας ἡμέραν ἥξει κάτω.

Κεντρικό στοιχείο της τραγωδίας· τα ανθρώπινα μπορεί να μεταβληθούν και ο ευτυχισμένος να δυστυχίσει. Μηδένα προ του τέλους μακάριζε, φωνάζει ο Ευριπίδης μέσα από το στόμα της Ανδρομάχης στην αρχή του έργου. Το ίδιο επαναλαμβάνει απέναντι στον Μενέλαο:

ἐπεὶ σὺ μὲν πέφυκας ἐν Σπάρτῃ μέγας,
ἡμεῖς δὲ Τροίᾳ γ᾽. εἰ δ᾽ ἐγὼ πράσσω κακῶς,
μηδὲν τόδ᾽ αὔχει: καὶ σὺ γὰρ πράξειας ἄν.

"Μεγάλος είσαι, έτσι ήμουν μες στην Τροία κι εγώ. Κι αν τώρα δυστυχώ, μην το 'χεις καύχημα· γιατί μπορεί κι εσένα να βρει η συμφορά."

Παράλληλα θέτει το ζήτημα της μονογαμίας.

ΕΡΜΙΟΝΗ
ἃ μὴ παρ᾽ ἡμᾶς εἴσφερ᾽: οὐδὲ γὰρ καλὸν
δυοῖν γυναικοῖν ἄνδρ᾽ ἕν᾽ ἡνίας ἔχειν,
ἀλλ᾽ εἰς μίαν βλέποντες εὐναίαν Κύπριν
στέργουσιν, ὅστις μὴ κακῶς οἰκεῖν θέλει.
ΧΟΡΟΣ
ἐπίφθονόν τοι χρῆμα θηλείας φρενὸς
καὶ ξυγγάμοισι δυσμενὲς μάλιστ᾽ ἀεί.

Όποιος δε θέλει να ζει στο σπίτι του άσχημα, πρέπει να θέλει μία γυναίκα μόνο, λέει η Ερμιόνη. Είναι οι γυναίκες ζηλόφθονες, προσθέτει ο Χορός. Τελικά γίνεται ή δε γίνεται να έχουν δυο γυναίκες τον ίδιο άντρα; Και ποιος είναι ο τρόπος να κρατήσει μια γυναίκα το σπίτι της και να ζει καλά με τον άντρα της; Η Ανδρομάχη λέει πως η γυναίκα πρέπει να δείχνει επιτηδειότητα:

οὐκ ἐξ ἐμῶν σε φαρμάκων στυγεῖ πόσις,
ἀλλ᾽ εἰ ξυνεῖναι μὴ 'πιτηδεία κυρεῖς.
φίλτρον δὲ καὶ τόδ᾽: οὐ τὸ κάλλος, ὦ γύναι,
ἀλλ᾽ ἁρεταὶ τέρπουσι τοὺς ξυνευνέτας
Εκείνη για χάρη του Έκτορα τον αγαπούσε μαζί με τις άλλες γυναίκες και θήλασε και τα παιδιά που έκανε με άλλες. Ο Έκτορας μαγευόταν κάθε φορά από τους τρόπους της. Αυτό έπρεπε να είναι το παράδειγμα για την Ερμιόνη και όχι η μάνα της η Ελένη που με το πάθος της κατέστρεψε και την Τροία και τον άνδρα που αγάπησε:
ὦ φίλταθ᾽ Ἕκτορ, ἀλλ᾽ ἐγὼ τὴν σὴν χάριν
σοὶ καὶ ξυνήρων, εἴ τί σε σφάλλοι Κύπρις,
καὶ μαστὸν ἤδη πολλάκις νόθοισι σοῖς
ἐπέσχον, ἵνα σοι μηδὲν ἐνδοίην πικρόν.
καὶ ταῦτα δρῶσα τῇ ἀρετῇ προσηγόμην
πόσιν: σὺ δ᾽ οὐδὲ ῥανίδ᾽ ὑπαιθρίας δρόσου
τῷ σῷ προσίζειν ἀνδρὶ δειμαίνουσ᾽ ἐᾷς.
μὴ τὴν τεκοῦσαν τῇ φιλανδρίᾳ, γύναι,
ζήτει παρελθεῖν: τῶν κακῶν γὰρ μητέρων
φεύγειν τρόπους χρὴ τέκν᾽, ὅσοις ἔνεστι νοῦς.
Για την ώριμη Ανδρομάχη, μια γυναίκα πρέπει να υποφέρει σιωπηρά από την αγάπη και όχι φανερά:
οὐκ αὖ σιωπῇ Κύπριδος ἀλγήσεις πέρι;
Η Ερμιόνη όμως είναι νέα, αλαζονική και δεν συγκρατείται.

Το αποκορύφωμα του προβληματισμού έρχεται στο δεύτερο στάσιμο, όπου ο χορός εξηγεί ότι όταν μπαίνουν δύο υπεύθυνοι για οτιδήποτε πράγμα, η συνεργασία τους δεν είναι χωρίς προβλήματα. Φαίνεται πως είναι στη φύση του ανθρώπου. Αυτό που γίνεται με τους κυβερνήτες μιας πολιτείας και τους πλοιάρχους ενός πλοίου, γίνεται, σύμφωνα με τον χορό, και με τις γυναίκες ενός σπιτιού.

Ταυτόχρονα, το αποκορύφωμα του προβληματισμού συμπίπτει με την αδικία που υφίστανται μάνα και γιος· η Ανδρομάχη και ο Μολοσσός οδηγούνται για σφαγή. Στο σημείο αυτό έρχεται ο Πηλέας και τα κάνει πουτάνα όλα. Θα ξεχωρίσω όμως κάτι από τα λόγια του: οι Σπαρτιάτες επιτρέπουν στις κοπέλες να αθλούνται με τα αγόρια και αυτό τις κάνει να κάνουν ό,τι θέλουν στα ερωτικά τους, ενώ όταν (στην Αθήνα) οι γυναίκες είναι στο σπίτι, μένουν σεμνές. Δε μας έφτανε το ζήτημα του γάμου και της μονογαμίας, τίθεται τώρα και ζήτημα ισότητας και διαπαιδαγώγησης.

Στο τρίτο στάσιμο επανερχόμαστε στο ζήτημα του δικαίου, με τον Χορό να παίρνει το μέρος της Ανδρομάχης και του παιδιού της. Χωρίς να γίνονται σαφή τα κριτήρια που καθιστούν κάτι δίκαιο και κάτι άδικο, ο Χορός εύχεται το δίκαιο να επικρατεί του άδικου και καταδικάζει τις νίκες που έχουν κερδηθεί με άδικα μέσα.

Και μετά από όλα αυτά, έρχεται ο Ορέστης. Στο σημείο αυτό σταματάω να γράφω, γιατί τσαντίζομαι με τον Ευριπίδη που κάνει το έργο μπουρδέλο.

Κλείνω με την ύβριν.Υποτίθεται ότι όλα αυτά έχουν γίνει επειδή ο Νεοπτόλεμος κατηγόρησε τον Απόλλωνα ότι σκότωσε τον πατέρα του τον Αχιλλέα. Ναι, καλά καταλάβατε. Όλα αυτά έχουν γίνει για αυτό. Είτε επειδή ο θεός σαν άνθρωπος κακός θυμήθηκε παλιά μαλώματα, οπότε δεν είναι σοφός. Είτε επειδή η τύχη είναι του θεού και το κακό το δίνει εκείνος.

Και επειδή δεν έφταναν όλα αυτά, μας πετάει και από μηχανής θεάν την Θέτιδα που ζητά από τον Πηλέα να σταματήσει να κλαίει για τους νεκρούς, γιατί "οι άνθρωποι όλοι τέτοιον κλήρον έλαβαν απ' τους θεούς, κι όλοι έναν θάνατο χρωστούν". Ασχολίαστο. Θα σχολιάσω όμως μια γνώμη του Ευριπίδη, ότι "φροντίζουν και για κείνην [την Τροία] οι θεοί, αν κι έπεσε από της Παλλάδας την οργή." Οι θεοί, δεν είναι των Ελλήνων μόνο. Όπως φαίνεται και στην Ιλιάδα, οι θεοί ισορροπούν με περίπλοκο τρόπο μεταξύ των Ελλήνων και των Τρώων, χωρίς να τους μονοπωλεί κανένας.

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2014

Εκάβη, Ευριπίδη



ΕΚΑΒΗ
φεῦ.
οὐκ ἔστι θνητῶν ὅστις ἔστ᾽ ἐλεύθερος:
ἢ χρημάτων γὰρ δοῦλός ἐστιν ἢ τύχης,
ἢ πλῆθος αὐτὸν πόλεος ἢ νόμων γραφαὶ
εἴργουσι χρῆσθαι μὴ κατὰ γνώμην τρόποις. 

 Η φράση αυτή της Εκάβης που απευθύνεται στον Αγαμέμνονα είναι συγκλονιστική. Ο Ευριπίδης συνεχίζει και σε αυτή την τραγωδία να φιλοσοφεί για τα ανθρώπινα. "Αλίμονο! Ελεύθερος δεν είναι κανείς άνθρωπος! Κι είναι της τύχης δούλος ή του χρυσαφιού κι ο λαός ή και των νόμων οι γραφές δεν τον αφήνουν όπως θέλει να φερθεί."

Το ζήτημα της ανθρώπινης ελευθερίας μπαίνει στο επίκεντρο της τραγωδίας. Ο βασιλιάς των Θρακών Πολυμήστορας είναι δούλος στο χρυσάφι και σκοτώνει τον γιο του φίλου του για να αποκτήσει τον πλούτο του. Ο αρχιστράτηγος των Αχαιών Αγαμέμνονας είναι δούλος στην κοινή γνώμη και αναγκάζεται να κρατάει πολιτικές ισορροπίες. Η βασίλισσα των Τρώων Εκάβη είναι δούλα της τύχης και ενώ την μακάριζαν όλες οι γυναίκες, τώρα την λυπούνται για την κακή της τύχη που την έφερε χωρίς άντρα και χωρίς παιδιά σκλάβα στο στρατόπεδο των Αχαιών. Οι Αθηναίοι πολίτες περιορίζονται από τους νόμους των Αθηνών. Κανείς στη ζωή δεν μπορεί να φερθεί όπως θέλει. Η ελευθερία συνδέεται με την θέληση. Αντί να δει το πράγμα σαν αγώνα μεταξύ διαφορετικών θελήσεων - π.χ. ο Αγαμέμνονας θέλει να κάνει το δίκαιο αλλά περισσότερο θέλει να είναι κύριος στο πολιτικό παιχνίδι- προτιμά ο ποιητής να ταυτίσει τη θέληση και την ελευθερία με το καλό και να αποδώσει κάθετί που θεωρεί κακό στη δουλεία.

Από αυτά ξεχωρίζω τη δουλεία στην τύχη. "Μια μέρα μόνο μου άρπαξε όλα τα αγαθά", λέει η Εκάβη. Συμφωνεί και ο χορός: "Παράξενο πώς έρχονται όλα στους θνητούς κι οι νόμοι παραλλάζουν στις ανάγκες μας, κάνοντας φίλους τους πιο μισητούς εχθρούς, κι εχθρούς μας τους πριν φίλους αποδείχοντας." Η ιδέα αυτή επανέρχεται συχνά στις τραγωδίες· δεν είμαστε κύριοι της ζωής μας, η τύχη ή οι θεοί μπορεί να φέρουν τα πάνω κάτω και οι πράξεις μας να έχουν εντελώς διαφορετικό αποτέλεσμα από αυτό που σκοπεύαμε.

Νομίζω πως δεν πρέπει να κλείσω αυτή την ανάρτηση χωρίς να σχολιάσω τη διαφορά στον προσανατολισμό μεταξύ των έργων του Σοφοκλή και των έργων του Ευριπίδη. Μολονότι η ιδέα ότι δεν είμαστε κύριοι της ζωής μας υπάρχει και στην Εκάβη, δεν αποτελεί το κέντρο του έργου. Και η έννοια της ύβρεως απουσιάζει αν δεν σχετίζεται με τη συμπεριφορά των αρχόντων οι οποίοι μέσα στα πλούτη και την εξουσία τους νομίζουν πως θα είναι για πάντα ευτυχισμένοι. Η Εκάβη δε διαπράττει πραγματικά ύβριν και όμως τιμωρείται αλύπητα από την μοίρα. Το κακό τέλος της Πολυξένης και του Πολύδωρου πάλι δε σχετίζεται με ύβριν. Ο Οδυσσέας και ο Αγαμέμνονας βάζουν το πολιτικό συμφέρον πάνω από την έννοια του δικαίου, αλλά για τον μεν Οδυσσέα δεν λέγεται κάτι στο έργο, για τον δε Αγαμέμνονα γίνεται μόνο μια προφητεία των δεινών που θα πάθει. Ο μόνος που τιμωρείται για την αδικία που διέπραξε να καταπατήσει τη φιλία του με τη βασιλική οικογένεια της Τροίας και να σκοτώσει έναν αθώο για το χρυσάφι είναι ο Πολυμήστορας.

Ο χαρακτήρας δηλαδή της τραγωδίας στον Ευριπίδη αλλάζει και το επίκεντρο του έργου μετατοπίζεται από τα αρχέτυπα στον συγκεκριμένο άνθρωπο και τον ψυχολογικό του κόσμο.

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014

Μήδεια, του Ευριπίδη



ΜΗΔΕΙΑ φεῦ φεῦ, βροτοῖς ἔρωτες ὡς κακὸν μέγα.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ ὅπως ἄν, οἶμαι, καὶ παραστῶσιν τύχαι.


Πολλά μπορεί να πει κανείς για τη Μήδεια του Ευριπίδη. Δε θα σταθώ στις παρατηρήσεις του ποιητή περί των δύο φύλων, περί του έρωτα, ή περί της υποταγής στους άρχοντες, αλλά στο σημείο που η Μήδεια λέει "αχ, αχ, μεγάλο κακό είναι ο έρωτας για τους ανθρώπους" και ο Κρέοντας της απαντάει "εξαρτάται, νομίζω, από το πώς θα τύχουν οι περιστάσεις". Ο έρωτας ήταν αρχικά πηγή ευτυχίας για την Μήδεια. Στην πορεία όμως, με την άμετρη φιλοδοξία του άντρα της και την συμπεριφορά του απέναντί της, έγινε πηγή άφατης δυστυχίας. Ο Κρέοντας όμως επαναφέρει τα πράγματα στο μέτρο: όλα εξαρτώνται από τις περιστάσεις, από την τύχη.

Μπορεί η Μήδεια να λατρεύει τη θεά της Μοίρας Εκάτη, αλλά ο Ευριπίδης βάζει στο κέντρο των πραγμάτων την Τύχη: Η ευτυχία και η δυστυχία του ανθρώπου, το καλό και το κακό, η ευλογία και η κατάρα δεν είναι στο χέρι μας· οι περιστάσεις μπορεί να μας οδηγήσουν σε δρόμους που δεν περιμέναμε. Η σχετικότητα των ανθρώπινων κυριαρχεί στη ζωή και μπορεί να μας συντρίψει.

δεινὰ τυράννων λήματα καί πως
ὀλίγ᾽ ἀρχόμενοι, πολλὰ κρατοῦντες
χαλεπῶς ὀργὰς μεταβάλλουσιν.
τὸ γὰρ εἰθίσθαι ζῆν ἐπ᾽ ἴσοισιν
κρεῖσσον· ἐμοὶ γοῦν ἐπὶ μὴ μεγάλοις
ὀχυρῶς γ᾽ εἴη καταγηράσκειν.
τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν
τοὔνομα νικᾷ, χρῆσθαί τε μακρῷ
λῷστα βροτοῖσιν· τὰ δ᾽ ὑπερβάλλοντ᾽
οὐδένα καιρὸν δύναται θνητοῖς,
μείζους δ᾽ ἄτας, ὅταν ὀργισθῇ
δαίμων οἴκοις, ἀπέδωκεν.

Οι άρχοντες δεν έχουν μάθει να υπακούνε, αλλά ξέρουν μόνο να διατάζουν. Γι' αυτό τους είναι δύσκολο να διαχειριστούν την οργή τους. "Είναι καλύτερο να συνηθίσεις να ζεις με ίσους σου". Η παραμάνα δημιουργεί μια αντίθεση μεταξύ του κόσμου των απλών ανθρώπων και του κόσμου των ισχυρών. Ό,τι ξεπερνά το μέτρο δεν είναι κέρδος για τον άνθρωπο και ο θεός σαν οργισθεί φέρνει μεγαλύτερα κακά σε ένα σπίτι όπου υπερβαίνουν το μέτρο. Μιλά εδώ ο ποιητής για το μέτρο ή για τους απλούς ανθρώπους; Μου φαίνεται πως ο Ευριπίδης προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των δύο.

Μετά τη φύση των πραγμάτων, θα περάσω στη φύση των πολιτικών πραγμάτων:

πρῶτον μὲν Ἑλλάδ᾽ ἀντὶ βαρβάρου χθονὸς
γαῖαν κατοικεῖς καὶ δίκην ἐπίστασαι
νόμοις τε χρῆσθαι μὴ πρὸς ἰσχύος χάριν·

Ο Ιάσονας προχωρά σε έναν έπαινο της Ελλάδος. Οι Έλληνες δεν είναι βάρβαροι, γνωρίζουν τη δικαιοσύνη και χρησιμοποιούν νόμους και όχι την αυθαιρεσία της ισχύος. Θυμίζει τον αντίστοιχο έπαινο του Αισχύλου στους Πέρσες. Μπορεί ο ποιητής να τοποθετεί τα λόγια αυτά στο κομμάτι που λέει ο Ιάσονας, του οποίου η συμπεριφορά ελέγχεται, αλλά ο έπαινος παραμένει.

Κλείνοντας, επιστρέφω στο ζήτημα του μέτρου, που φαίνεται να το υποσκάπτει ο πεσιμισμός του ποιητή:

κούφως φέρειν χρὴ θνητὸν ὄντα συμφοράς.
....................................................................
τὰ θνητὰ δ᾽ οὐ νῦν πρῶτον ἡγοῦμαι σκιάν,
....................................................................
θνητῶν γὰρ οὐδείς ἐστιν εὐδαίμων ἀνήρ·

Εστιάζοντας στα ανθρώπινα και φωτίζοντας την ψυχολογία των χαρακτήρων ο Ευριπίδης βάζει τον αγγελιοφόρο και τον παιδαγωγό να πουν πως όλα τα ανθρώπινα είναι σκιά, κανένας άνθρωπος δεν είναι καλότυχος και ίδιον της θνητότητας είναι οι συμφορές και γι' αυτό δεν πρέπει να τις παίρνουμε κατάκαρδα. Είναι όμως η ζωή έτσι; Ή μήπως η ευτυχία είναι δυνατή, ανάλογα με τις περιστάσεις; Μήπως ο ποιητής δεν έχει κατασταλάξει και για αυτό δεν έχει σαφή απάντηση το έργο; Και γιατί να μεγιστοποιήσει τις ψυχολογικές συγκρούσεις και το συγκινησιακό αποτέλεσμα διαλέγοντας τη συγκεκριμένη εκδοχή για το τέλος των παιδιών του Ιάσονα και της Μήδειας; Για να βρούμε απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να μελετήσουμε και τις υπόλοιπες σωζόμενες τραγωδίες του Ευριπίδη.

Τρίτη 22 Ιουλίου 2014

Διαφορά Αίαντα - Βακχών

Στον Αίαντα η θεά τρελαίνει τον ήρωα μέχρι ένα σημείο· μετά εκείνος ξαναβρίσκει τα λογικά του και με τη θέλησή του αυτοκτονεί. Στις Βάκχες ο θεός χαλάει τη λογική του Πενθέα και της Αγαύης μέχρι τον σπαραγμό. Ο θεός γίνεται έτσι υπαίτιος για τον θάνατο του Πενθέα.

Στον Αίαντα επικρατεί τελικά το μέτρο. Στον πειστικό λόγο έρχεται ο πειστικότερος αντίλογος και υπάρχει ισορροπία. Στις Βάκχες επικρατεί τελικά η σκληρότητα του ήπιου στην εμφάνιση θεού. Το τέλος από τα παθήματα γίνεται μακρινό και αβέβαιο. Η έννοια του μέτρου απουσιάζει και στο επίκεντρο βρίσκεται η παντοδυναμία της θεότητας.